Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2008

6. Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΛΑΤΙΝΟΦΩΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ


«Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα»
«Υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού και αν είσαι αρκετός (ικανός) κυρίεψέ την».
Δ. Σολωμός
"Μας μένει -νομίζω- λίγος ακόμα καιρός να καταγράψουμε αυτές τις γλωσσικές μορφές προς όφελος της επιστήμης και του πολιτισμού γενικότερα, αφού η ομορφιά βρίσκεται στην ετερότητα και όχι στην ομοιογένεια"
Κώστας Δ. Ντίνας (Αν Καθ. Γλωσσολογίας)
Οι λατινόφωνοι Έλληνες έχουν γίνει στο παρελθόν μέσο για τη διάδοση μιας ανθελληνικής προπαγάνδας εξαιτίας της χρήσης μιας λατινογενούς (ρωμανικής) γλώσσας. Όπως όμως συμβαίνει σήμερα και σε πολλές χώρες (ακόμα και γειτονικές) όπου ομιλείται μεν η αγγλική γλώσσα αλλά δεν σημαίνει ότι οι ομιλούντες έχουν και εθνική η θρησκευτική συνάφεια έτσι και οι Αρμάνοι των Βαλκανίων μεταφέρουν αιώνες μια γλώσσα που ευνοήθηκε από τον τρόπο διαβίωσης τους (νομαδική ποιμενική ζωή) αλλά εξελίχθηκε ανεξάρτητα από τις ομάδες που την μιλούσαν πάντα με ελληνοτακτισμό (ελληνικά έθιμα, πάρα πολλές λέξεις με ελληνική ρίζα, εντοπισμός μέσα ή πολύ κοντά στην ελληνική επικράτεια). Η ετερογένεια στη βάση των Αρμάνων των βαλκανίων έχει παραγνωρισθεί και έχει οδηγήσει στο εξωτερικό σε μια τάση για μια ανιστόρητη ομογενοποίση τους από τη μια (εθνών, διαλέκτων, συνειδήσεων) και από την άλλη, στο εσωτερικό, σε μια μουσειακή φορμoλισμένη συντήρηση του πολιτισμού των Αρμάνων. Απαιτείται όμως μελέτη και ενημέρωση κυρίως από την επίσημη Ελληνική Πολιτεία η οποία από άγνοια ή φόβο μας αγνοεί (με εξαίρεση τον πρόεδρο κ. Κ. Στεφανόπουλο). Ιδιαίτερα με την αναφορά στη γλώσσα των λατινόφωνων Ελλήνων γνωστής και ως βλάχικης στα Βαλκάνια, πρέπει να σταθεί κάποιος σε τέσσερα βασικά σημεία:

α) καταρχήν η γλώσσα είναι κυρίως προφορική
Τα λίγα γραπτά κείμενα που υπάρχουν προέρχονται κυρίως από λόγιους του 18ου αιώνα και μετά. Αυτό ενισχύει την υπόθεση ότι ήταν μια γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στην καθημερινή ζωή ως διεκπεραιωτική (για τις συναλλαγές, για τη νομιμότητα στις μετακινήσεις κα). Στο σημείο αυτό πρέπει να λάβουμε υπόψιν και τα ωφέλη των ντόπιων πληθυσμών που ήρθαν σε γεωγραφική επαφή με τις λεγεώνες των Ρωμαίων σε περίπτωση διορισμού τους σε θέση Ρωμαίου υπαλλήλου (πχ απόκτηση καλλιεργήσιμης γης και δικαίωμα ρωμαίου πολίτη, βλ διάταγμα Καρακάλα). Με τον ίδιο τρόπο μιλούν και πολλοί λαοί τη γλώσσα των κατακτητών ή αποικιοκρατών ακόμα και όταν η κατοχή είναι για μικρότερο διάστημα (πχ οι Μαροκινοί μιλούν στον επιχειρηματικό χώρο Γαλλικά κα). Οι αρωμανικοί πληθυσμοί ως εκ τούτου όταν θέλανε να χρησιμοποιήσουνε γραπτό λόγο θα πρέπει να χρησιμοποιούσαν την ελληνική ή την κλασσική λατινική γραφή. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία με τη λατινική ως επίσημη γλώσσα επικράτησε στην ελληνική επικράτεια πάνω από 600 χρόνια δηλαδή μέχρι την περίοδο 610-641 όπου ο Ηράκλειος κατήργησε τη διγλωσσία προς όφελος της ελληνικής γλώσσας. Τότε όμως οι Αρμάνοι εκλατινισμένοι πια, δεν επηρεάστηκαν αυτής της αλλαγής καθώς οι επιδρομές των Σλάβων τους είχαν απομονώσει στα βουνά κρατώντας τη διγλωσσία τους.

β) η κατάχρηση σήμερα στη χρήση της ονομασίας Βλάχος και Βλάχικη γλώσσα
Η γλώσσα των Αρμάνων, αποτελεί αποτελείται από τοπικές διαλέκτους που αντανακλά μια πολιτιστική διαφοροποίηση και δεν μπορεί να αντικαθίσταται με την γενική ονομασία " Βλάχικη γλώσσα". Συγκεκριμένα η γλώσσα των Αρμάνων θεωρείται μία από τις τέσσερις νεολατινικές γλώσσες της βαλκανικής χερσονήσου που χρησιμοποιείται από πληθυσμούς που διαμένουν κυρίως στην Ελλάδα ή είναι Έλληνες μετανάστες ενώ οι υπόλοιπες είναι η Δακορουμανική γλώσσα που ομιλείται κυρίως στη Ρουμανία, η Ιστρορουμανική που χρησιμοποιείται ελάχιστα πια και η Μογλενίτικη που χρησιμοποιείται από τα λίγα χωριά των μογλενιτών βλάχων. Επομένως η "Βλάχικη γλώσσα" είναι ένας πολύ γενικός όρος που περιλαμβάνει τέσσερις νεολατινικές γλώσσες, με τέτοιες διαφορές μεταξύ τους που δεν επιτρέπουν τη συννενόηση μεταξύ των ανθρώπων που τις μιλούν (αναγνωρίζονται πολλές κοινές λέξεις αλλά αυτό συμβαίνει και όταν κάποιος μελετά τα λατινικά στο σχολείο). Τη γενικότητα και την αοριστία της λέξης Βλάχος αναγνωρίζουν οι ίδιοι οι Αρμάνοι (Αρμάνοι) και κανείς τους δεν χρησιμοποιεί την ονομασία αυτή για να προσδιορίσει τον εαυτό του (με εξαίρεση τους Μετσοβίτες και τους Βλαχομογλενιτες αλλά και αυτοί την υιοθέτησαν μεταγενέστερα). Έτσι για παράδειγμα οι λατινόφωνοι κάτοικοι της Aκαρνανίας χρησιμοποιούν για τον εαυτό τους τη λέξη "Ριμένοι" και για τη γλώσσα τους τη λέξη"Ριμινέστι" ενώ η πλειοψηφία των άλλων Βλάχων αυτοπροσδιορίζονται ως "Αρωμούν" λέξη που παράγεται από το Romanus που σημαίνει Ρωμαίος Πολίτης: Αρμάνου (Armanu=α+romanus) (Α Κουκούδης, 1999, Α. Λαζάρου, 1994). Να σημειωθεί ότι αυτό το α μπαίνει μπροστά από πολλές αρωμανικές λέξεις που αρχίζουν από ρ πχ ρούο-αρούο = = ποταμός. Από τη ρίζα αυτή προέρχονται και οι λέξεις ρωμιός, Ρωμανία και Ρούμελη. Σε δημοτικό τραγούδι που αποτελεί τον παλαιότερο θρήνο για την κατάληψη της Πόλης όπως βρέθηκε σὲ χειρόγραφό του 15ου αἰῶνα με τον τίτλο: «Ἀνακάλημα τῆς Κωνσταντινούπολης» αναφέρεται "Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία 'πάρθεν". Αξιοσημείωτη είναι και το χωρίο που επισημαίνεται από τον βαλακανολόγο Α. Λαζάρου στο Χρονικόν του Γαλαξειδίου "ούλη η Ελλάδα, που την έλεγαν Ρουμανία"! Επιπλέον και όλες οι νεολατινικές γλώσσες ονομάζονται ρωμανικές. Παραταύτα φαίνεται για λόγους απλούστευσης ο όρος "Βλάχοι" χρησιμοποιείται ευρέως στη βιβλιογραφία, για το σύνολο των λατινόφωνων νομαδοκτηνοτρόφων συμπεριλαμβάνοντας όμως και ετερογενείς ομάδες (πχ ομάδες που εκλατινίστηκαν σε περιοχές στη Ρουμανία ή ομάδες που εξελίχθηκαν σε μεγάλο ποσοστό σε εμποροβιοτέχνες και όχι σε κτηνοτρόφους). Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη το Βλάχοι, προέρχεται από το σλάβικο Vlahiκι αυτό από το παλαιογερμανικό Walchen. Με τον τελευταίο όρο προσδιόριζε, κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, τα γερμανικά φύλα τους Ρωμαίους των Άλπεων (Βαλλόνοι). Παράλληλα γενικεύτηκε η χρήση του όρου κι επικράτησε να ονομάζουν έτσι τους κατοίκους της Ιταλίας και εν γένει τους λατινόφωνους Ρωμαίους πολίτες. Ο γερμανικός αυτός όρος υιοθετήθηκε από τους Σλάβους των Άλπεων και στη σλαβική του εκφορά "Vlahi" μεταφέρθηκε στο Ιλλυρικό της μεσοβυζαντινής περιόδου. Από τους Σλάβους εποίκους λοιπόν διαδόθηκε ο όρος για να εμφανιστεί στη γραπτή του μορφή "Βλάχοι" τον 10ο αιώνα στη βυζαντινή γραμματεία. Ακόμα και οι κάτοικοι Γενουάτες στην Κωνσταντινούπολη αποκαλούνται Βλάχοι. Αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό, δεδομένου του ισχυρού νομαδοκτηνοτροφικού τρόπου ζωής των Βλάχων, η εκδοχή ότι η λέξη Βλάχος μπορεί να είναι και εξέλιξη της λέξης Βληχή (δωρικά βλαχά). Η Άννα Κομνηνή στο έργο της “Αλεξιάς” μας επιβεβαιώνει ότι “οπόσοι τον νομάδα βίον είλοντο, βλάχους τούτους καλεί η κοινή διάλεκτος”. Ιδίως για τους ¨Ριμένους¨της Ακαρνανίας ως "βλάχοι" ορίζονται στην γλωσσική τους παράδοση όπως μας την έχουν μεταφέρει οι γεροντότεροι, όλοι οι ελληνόφωνοι νομάδες κτηνοτρόφοι και όχι οι εαυτοί τους. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι γεροντότεροι στο χωριό λέγανε ότι τα νεοελληνικά τα μαθαίνανε από βλάχους που ερχόταν βοηθοί στα κοπάδια τους. Τον νεολογισμό Αρμάνοι ή ή Αρμάνοι που προσδιορίζει τις ομάδες με το γλωσσικό ιδίωμα των βλαχόφωνων πληθυσμών του ελληνικού χώρου, τον εισήγαγε ο Αχιλλέας Γ. Λαζάρου, με την ιστορική και φιλολογική πραγματεία του "Αρωμουνική και οι μετά της ελληνικής σχέσεις αυτής - Βλάχοι"(1986). Δίνεται έτσι λοιπόν η δυνατότητα να επιλέξουμε την προσφώνηση του ονόματος μας όπως επιλέξαμε να λεγόμαστε Έλληνες και για όχι π.χ. Γραικοί ή Γκιαούρηδες όπως μας προσφώνησαν διάφοροι εισβολείς. Ο όρος Βλάχοι από την αρχή της χρήσης του από τα γερμανικά φύλα χρησιμοποιήθηκε σκωπτικά και η χρήση αυτή γενικεύτηκε και μετά. Επιπλέον είναι ο όρος Αρωμάνος αναγνωρίζεται ευκολα τόσο από τη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία (Aromuns) αλλά κυρίως από τους ίδιους τους Αρμάνους με μικρές γλωσσικές διαφοροποιήσεις στην προφορά. Σήμερα οι ελληνόφωνοι της Ελλάδας αδυνατούν να κατανοήσουν τη διαφορά μεταξύ Βλάχου (λατινόφωνου) και βλάχου (ελληνόφωνου) ενώ συχνά σύγχυση επικρατεί και μεταξύ των Αρμάνων Βλάχων και Σαρακατσάνων! Με τον τρόπο αυτό υποσκελίζεται μια πολύτιμη κληρονομιά που κουβαλούν οι λατινόφωνοι ελληνικοί πληθυσμοί μέσα απο μια μακρά ιστορία μεταναστεύσεων και δοκιμασιών και πάντα με ελληνοτακτισμό. Ο όρος Βλάχος χρησιμοποιείται επίσης και προπαγανδιστικά καθώς οι Ρουμάνοι ονόμαζαν ολόκληρη περιφέρεια με το όνομα Βλαχία και ως εκ τούτου του κατοίκους τους Βλάχους (βλ περισσότερα στην ανάρτηση "Μελέτες για την καταγωγή μας".

γ) η γλώσσα των Αρμάνων δεν αμφισβητείται ότι δέχθηκε στο λεξιλόγιο και στη δομή της ισχυρή λατινική επίδραση όπως και πολλές ευρωπαικές (ιταλική, γαλλική, ισπανική και πορτογαλλική) . Είναι πολύ πιθανόν η Ρουμανία να τη διατήρησε επειδή εκλατινίστηκε συστηματικά απο αποίκους Ρωμαίους και μεταγενέστερα των άλλων πληθυσμών ενώ στους Αρμάνους διατηρήθηκε εξαιτίας της γεωγραφικής τους απομόνωσης στα βουνά διαλέγοντας το νομαδοκτηνοτροφικό τρόπο διαβίωσης εξαιτίας των ξένων εισβολέων στα μέρη τους (Σλάβοι, Βούλγαροι κα). Προσεκτική μελέτη που εμφανίζεται με το Ετυμολογικόν Λεξικό της Κουτσοβλάχικης Γλώσσης του Κ. Νικολαΐδη (1909) που περιλαμβάνει 6.657 λέξεις, μετρώνται στην Αρωμανική γλώσσα 3.560 με ελληνική προέλευση, 2.605 με λατινική, 185 με σλάβικη, 150 αλβανική και οι υπόλοιπες 157 με άγνωστη προέλευση ποσοστά τα οποία είναι παρόμοια και από το βραβευμένο απο τη Ρουμανική Ακαδημία ρωμανολόγο Βάιγκαντ. Αυτό που ίσως ξεγελά είναι η προφορά των πολλών ελληνογενών λέξεων οι οποίες συνερέθηκαν ή άλλαξαν κατάληξη από τους αγράμματους ποιμένες σε μια ρωμαιοκρατούμενη περιφέρεια και προσαρμοζόταν στην προφορά των λαών που συνυπήρχαν γεωγραφικά (Αλβανία, Ήπειρο, FYROM). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά το γεγονός ότι ενδελεχής μελέτη του λεξιλογίου των Αρμάνων της Ελλάδας οδηγεί στην τεκμηριωμένη καταγραφή δεκάδων λέξεων με προέλευση από την ομηρική εποχή αλλά και από την προγενέστερη εποχή (Γραμμική Β) (Δ. Στεργίου, 2007) οι οποίες μάλιστα δεν συναντώνται ούτε στην νεοελληνική γλώσσα και οι οποίες δεν μπορούν να αγνοηθούν.

δ) Δεν υπάρχει ενιαία αρωμανική γλώσσα.
Αυτό που υπάρχει είναι αρκετές διάλεκτοι ανάλογα την προέλευση των Αρμάνων (π.χ. Ριμένοι, Περιβολιώτες, Γραμμουστιάνοι κλπ), και τις επιρροές που αυτοί είχαν από γειτονικούς λαούς. Ενδεχομένως αφού η αρωμανική γλώσσα όπως εύστοχα διατυπώνει ο Σ Καργάκος είναι μια "κοινωνική" γλώσσα και όχι εθνική, να μην είναι όλοι οι Αρμάνοι των βαλκανίων ομοιογενείς. Στο συμπέρασμα αυτό φαίνεται να κλίνει και έγκυρη γενετική μελέτη (βλ. "Μελέτες για την καταγωγή μας"). Επίσης αν και εμφανίζεται μεγάλη συγγένεια με τη ρουμανική γλώσσα διαφοροποιούνται πλήρως ακόμα και μέσα στην ίδια τη Ρουμανία (Αρμάνοι της Ρουμανίας και Ρουμάνοι) όπως ξεκάθαρα δείχνουν οι αναλύσεις DNA.
Η διάλεκτος των "Ριμένων" της Ακαρνανίας (Ριμινέστι, Remeneshte) σύμφωνα με πολλούς μελετητές (Κακούδης, Αραβαντινός, Στεργίου) τόσο στους γλωσσολογικούς τύπους όσο και στην προφορά θεωρείται λιγότερο αλλοιωμένη από ότι οι άλλες. Από γλωσσολόγους (Μπέης, Ντίνας) εντάσσεται στα βόρεια γλωσσικά ιδιώματα αν και γεωγραφικά τα χωριά της Ακαρνανίας αποτελούν το νοτιότερο τμήμα της Ελλάδας με πληθυσμούς Αρμάνων. Η διάκριση αυτή οφείλεται σε κοινά γλωσσικά στοιχεία που εμφανίζει η γλώσσα των Ριμένων με βόρειους πληθυσμούς Αρμάνων (Fyrom, Aλβανία). Έτσι για παράδειγμα οι Ριμένοι χρησιμοποιούν το ρήμα "εσκου, eskou" για το ¨"είμαι" ενώ οι Αρμάνοι της Πίνδου χρησιμοποιούν τη λέξη "χιμου, himou". Επίσης οι Ριμένοι δεν χρησιμοποιούν συχνά το α- σε πολλές λέξεις όπως στις λέξεις "ρέου" για το ποτάμι και "Ριμένι" αντί της λέξης "αράου" και Αρμάνου αντίστοιχα. Είναι ανάγκη επομένως για κάθε χώρα ξεχωριστά ή για κάθε περιφέρεια να δημιουργηθούν λεξικά της αρωμανικής διαλλέκτου έτσι ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα για την εξέλιξη της γλώσσας .


To 1997 η EE συνέστησε στην Ελλάδα να υποστηρίξει την διδασκαλία της γλώσσας, προκειμένου να αποφευχθεί η εξαφάνισή της, στα πλαίσια του, μη υπογεγραμμένου από την Ελλάδα, Ευρωπαϊκού χάρτη των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών. Οι ίδιοι όμως οι σύλλογοι των Αρμάνων με ελάχιστες εξαιρέσεις απορρίπτουν μια τέτοια προοπτική κυρίως επειδή δεν μπορεί να διδαχθεί σε σχολεία μια γλώσσα που επιβίωσε τόσους αιώνες μόνο με την προφορική παράδοση και άρα δεν γίνεται να αναβιώσει κάτι που δεν είχε ποτέ. Επίσης μια ομάδα Αρμάνων της Ελλάδας υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει διαφωνία για τη μελέτη ή τη διατήρηση μιας γλώσσας που σβήνει αλλά οι επιφυλάξεις αφορούν το γεγονός ότι αυτό γίνεται ως κάλυψη για την ανάδειξη "μειονοτήτων". Είναι κοινή συνείδηση των Αρωμάνων της Ελλάδας ότι μια κοινωνική διαφοροποιήση τους από τους άλλους Έλληνες σε καμία περίπτωση δεν υπονοεί τάση για εθνική διαφοροποίηση και αυτό υποστηρίζεται ιστορικά και βιβλιογραφικά τουλάχιστον για τα τελευταία 1000 χρόνια (βλ Μελέτες για την Καταγωγή μας).

ΕΙΝΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΑΡΜΑΝΩΝ (ARMANESTI) ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΓΛΩΣΣΑ Ή ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ;
Στο παραπάνω ερώτημα η απάντηση εξαρτάται από το τι ορίζουμε ως γλώσσα. Η γλώσσα των Αρμάνων έχει πολλές ομοιότητες και διαφορές με Λατινική, τη Ρουμανική και την Ελληνική αλλά κάποιος που γνωρίζει μόνο μία από τις γλώσσες αυτές δεν μπορεί να συννενοηθεί με κάποιον που μιλά οποιαδήποτε από τις υπόλοιπες. Επομένως σύμφωνα με το κριτήριο της αμοιβαίας κατανόησης (Petyt, 1980) θα μπορούσε να αποτελέι μια αυτόνομη γλώσσα. Τότε όμως γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο με τις γλώσσες που μιλούν στην Κίνα και στην Ινδία που ενώ οι άνθρωποι που τις μιλούν δεν μπορούν να συννενοηθούν μεταξύ τους εν τούτοις θεωρούνται από τις χώρες τους ως διάλεκτοι; Το ίδιο συμβαίνει και με την ποντιακή διάλεκτο η οποία εάν και έχει επηρεασθεί πολύ από την τουρκική γλώσσα και επίσης δεν γίνεται κατανοητ'η από τους άλλους Έλληνες εν τούτοις τη θεωρούμε ελληνική διάλεκτο. Από την άλλη παρόμοιες γλώσσες όπως των Σκανδιναβών ενώ μπορούν να συννενοηθούν μεταξύ τους οι ομιλητέσ τους εν τούτοις κάθε κράτος θεωρείται ότι έχει αυτόνομη ξεχωριστή γλώσσα. Άρα ο ορισμός της γλώσσας δεν στηρίζεται μόνο σε γλωσσολογικούς χαρακτήρες αλλά και σε πολιτικούς και ίσως αυτό πρέπει να το λάβει αυτό κάποιος υπόψιν του όταν θέλει να χαρακτηρίσει μια γλώσσα. Συμπερασματικά για τη γλώσσα που μιλούν οι Αρμάνοι θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν
1) ότι χρησιμοποιήθηκε και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται κυρίως στις περιοχές της οροσειράς της Πίνδου δηλαδή τον τόπο των αρχαίων Ηπειρωτικών φυλών
2) ξένοι μελετητές όπως Hammond (1999) και Weigand (1894) αλλά και Έλληνες όπως ο Νικολαίδης (1907), Στεργίου (2007), Τζημοζιώγας (2007) θεωρούν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των λέξεων έχει ελληνικλή προέλευση ενώ η ετυμολογία δεκάδων λέξεων οδηγεί στην διαπίστωση αρχαίων ελληνικών λέξεων που έχουν χαθεί από την Νεοελληνική
3) η ελληνική συνείδηση των Αρμάνων της Ελλάδας τουλάχιστον για 800 χρόνια όπως διαπιστώνεται ιστορικά από τους αγώνες τους εναντίων των εχθρών της Ελλάδας (βλ Καταγωγή ) και
4) η απουσία γραπτής γλώσσας
οδηγεί στη συμπέρασμα ότι μπορούμε να θεωρήσουμε τη γλώσσα των Αρμάνων όπως έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα ωσ διάλεκτο μιας αρχαιοελληνικής γλώσσας που μιλιόταν στα βοριοδυτικό τμήμα της αρχαίας ελληνικής επικράτειας
6

ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΩΝ ΑΡΜΑΝΩΝ
Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου
Ο. Ελύτης , ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ, ΤΑ ΠΑΘΗ, Β΄
Η παρακάτω προσέγγιση είναι ερασιτεχνική αφορά κυρίως παρατηρήσεις στο λεξιλόγιο των Ριμένων και οποιαδήποτε δεδομένα μπορούν να εμπλουτίσουν ή να διορθώσουν στοιχεία από αυτή την ανάρτηση είναι ιδιαιτέρως ευπρόσδεκτα. Προτείνεται στον αναγνώστη η περαιτέρω μελέτη επιστημονικών προσεγγίσεων που αφορούν τη δομή και τη φωνολογία της γλώσσας των Αρμάνων και των διαλέκτων της από Κατσάνη Ν. & Ντίνα Κ., 1990, http://www.vlach.gr/ .
1) Η γλώσσα των Ριμένων είναι στην ουσία διάλεκτος της Αρωμανικής(Αρμανικής) γλώσσας όπως αναφέρθηκε παραπάνω και όχι απλά της Βλάχικης γλώσσας. Αυτή η διευκρίνηση είναι σημαντική καθώς δεν πρέπει να υποσκελιστεί η παράδοση, η κουλτούρα και η ελληνική καταγωγή των Ριμένων της Ελλάδας και να αποφευχθεί έτσι η ανιστόρητη ομογενοποίηση όσων μιλούν τις νεολατινικές γλώσσες.

2) Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ονόματα όπως χρησιμοποιούνται μέσα στη γλώσσα στις προσφωνήσεις ως υποκοριστικά χαϊδευτικά.Έτσι συναντούμε τη λέξη Ακοίτης που έχει βρεθεί σε πελσγικές επιγραφές και το οποίο το συναντάμε μόνο στη Σαρακατσάνικη γλώσσα αλλά και στην Παλαιομανιώτικη διάλεκτο, ως Κοίτας (αντίστοιχο τού νεοχριστιανικού Χρήστος). Επίσης οι προσφωνήσεις σε συγγενικά πρόσωπα όπως λάλα, τατι, μάϊα, άττα δεν αποτελούν λέξεις εμπλουτισμού στις εκφράσεις τρυφερότητας όπως υποστηρίχθηκε, αλλά όπως συμβαίνει και με τους Αρμάνους νεοέλληνες τις διατηρούμε στο νεοελληνικό μας λόγο γιατί μας φαίνονται οικείες. Επίσης η αναφορά σε κάποιον γίνεται χρησιμοποιόντας το όνομα του πατέρα και του παππού του κατά το αρχαιοελληνικό πρότυπο πχ. Μίχα α Νώντα Μίχα (Ο Μιχάλης του Επαμεινώνδα του Μιχάλη δηλ το όνομα του εγγονού του πατέρα και του παππού)

3) Οι λέξεις όια (dele, dash στα αλβανικά, ovis στα λατινικά, ovka στα σλαβικά)που σημαίνει πρόβατο (Οδύσσεια κ, 572 ι, 425) και συναντάται μόνο στην τοπική διάλλεκτο καθώς επίσης και η λέξη τάτε συναφή με τη μυκηναϊκή λέξη pa-te (ατε και babas στα αλβανικά, abbas, patris λατινικα, otac,roditi σλαβικά). Επιλέχθησαν ως ιδαίατερα παραδείγματα αυτές οι λέξεις (όια και τάτε) επειδή η αυστηρώς πατριαρχική κοινωνία και παραδοσιακός νομαδοκτηνοτροφικός τρόπος ζωής δεν θα επέτρεπε εύκολα μέσα στους αιώνες να αλλάξουν δύο τόσο σημαντικές λέξεις για την κοινωνία τους.

4) η ονοματολογία που χρησιμοποιείται για τα πρόσωπα, περιλαμβάνει πλήθος αρχαίων ελληνικών ονομάτων που μεταφέρονται από γενιά σε γενιά, από γιαγιάδες και παππούδες. Η ύπαρξη τόσων πολλών ονομάτων από γενιά σε γενιά σε τόσο μικρούς πληθυσμούς, αν δεν συνδέεται με κάποια μακραίωνη παράδοση, σίγουρα εκφράζει τον ελληνοτακτισμό τουλάχιστον των Ριμένων της Ακαρνανίας. Ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής ονόματα των κατοίκων της Παλαιομάνινας: Αχιλλέας, Αριστήδημος, Δημοσθένης, Δυσσέας (Οδυσσέας), Επαμεινώντας, Αριστοτέλης, Λεωνίδας, Σωκράτης, Μιλτιάδης, Μενέλαος, Θεμιστοκλής, Ξενοφώντας, Αρσινόη, Αλεξάνδρα, Αλκίπη, Πηνελόπη, Περσεφόνη, Καλλιρόη, Αθηνά, Αφροδίτη, Δήμητρα, Καλλιόπη, Πολυξένη, Μελπομένη, Ουρανία, Ναυσικά .

5) Ο Παλαιομανιώτης δημοσιογράφος Δημήτριος Στεργίου έχει καταμετρήσει εκατοντάδες λέξεις στο λεξιλόγιο των λατινόφωνων Ακαρνάνων με μυκηναϊκή αρχαϊκή ή βυζαντινή ρίζα, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η διάλεκτος αυτή στην πραγματικότητα είναι μια ελληνορωμανική διάλεκτος με πολλές λέξεις με ελληνική ρίζα. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι κάποιες λατινικές λέξεις έχουν ελληνική ρίζα και για αυτό είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος σε ποια φάση πέρασαν στην Αρωμανική γλώσσα. Πιο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει η διαπίστωση ότι στο λεξιλόγιο αυτής της ελληνορωμανικής γλώσσας υπάρχουν λέξεις με αρχαϊκή ή μυκηναϊκή ρίζα και οι λέξεις αυτές δεν συναντώνται σε καμία άλλη ρωμανική γλώσσα ούτε ακόμα στη νεοελληνική. Φαίνεται λοιπόν αυτές οι λέξεις να έχουν επιζήσει μέσα από τους αιώνες έχοντας ως φορείς άτομα τα οποία μπορρούσαν εξαιτίας του κλειστού τρόπου της κοινωνίας τους να τα διατηρούν αναλλοίωτα στο χρόνο. Η ένσταση γιατί αυτές οι αρχαίες ελληνικές λέξεις δεν χρησιμοποιούνται στο σύγχρονο ελληνικό λόγο των Αρμάνων οφείλεται όπως ευκολα μπορεί κάποιος να αντιληφθεί στο γεγονός ότι η ανάμικτη γλώσσα (ελληνική και λατινικά) εξελίχθησαν μαζί σαν μια ενιαία γλώσσα στις κοινότητες των Αρμάνων.
6) Οι Σαρακατσάνοι είναι νομάδες κτηνοτρόφοι , η ελληνικότητα των οποίων δεν φαίνεται να αμφισβητείται από κανέναν σοβαρό ερευνητή στη βιβλιογραφία (Hoeg, Έξαρχος κα). Παρόλα αυτά στην ελληνική γλώσσα των Σαρακατσάνων υπάρχουν πάρα πολλές λέξεις κοινές και μοναδικές για τις δύο ομάδες που δεν συναντώνται αλλού και ούτε δικαιολογούνται από αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους καθώς απέφευγαν τη συνύπαρξη. Επιπλέον τόσα "δάνεια" δεν θα δικαιολογούνταν από μια "ξένη" εθνολογικά ομάδα, γιατί οι Σαρακατσάνοι ερχόταν σε επαφή και με άλλα έθνη και παρόλα αυτά δεν δανείστηκαν παραπάνω λέξεις από ότι και οι άλλοι Έλληνες. Παραδείγματα κοινών λέξεων είναι: βάτρα για το τζάκι, Κοίτας όνομα για το Χρήστος, κατσούλα ή κιτσούλα για την κωνική σκεπή ή σκούφο, σάρικα μάλλινη ψιλή φλοκάτη μπάλιος για το παρδαλό άλογο, κόρμπα ή γκόρμπα για το μαύρο και το κοράκι, σαρμενίτσα για την κούνια, ζωστήρα ή ζωστάρι για τη ζώνη λιτάρ ή λιτάρι για το λεπτό σκοινί, λιμάζω και λιμόσου για το πεινάω και τον πεινασμένο νήλα για τη συμφορά πύρα για τη ζέστη και την πυρά τάτα ή τάτι για τον πατέρα μαλλιότα για τη μάλλινη κάπα Αντριάς ή Ντριέου για το Δεκέμβρη σιουράω για το σφυρίζω κα (Βλ περισσότερα στο βιβλίο το Γ Έξαρχου, "Σαρακατσάνοι" όπου περιλαμβάνεται και το λεξιλόγιο του C. Höeg και για την αρχαιοελληνική προέλευση το βιβλίο το Δ. Στεργίου "Μυκηναϊκές, ομηρικές βυζαντινές και νεοελληνικές ρίζες στο βλάχικο λόγο").
Στη συνέχεια ενδεικτικά, από το βιβλίο του Δ. Στεργίου "4500 Μυκηναϊκές, Ομηρικές Βυζαντινές και Νεοελληνικές ρίζες στο Βλάχικο λόγο" εκδόσεις Παπαδήμα (2007), μεταφέρονται λίγες από τις χαρακτηριστικές λέξεις που συναντώνται μόνο στην γλώσσα των Αρμάνων (γράφονται όμως όπως προφέρονται στη διάλεκτο Ριμινέστι) :

Α) στη μυκηναϊκή γραφή (Γραμμική Β):

Γραμμική Β Αρωμανική
a-ko-ro (αγρός) A-go-ro (αγρός)
Ai-za (αίγα) Ai-tzo(αίγα)
Me-ri (μέλι) Nie-ri(μέλι)
Pa-te (πατερας) Ta-te(πατέρας)
Wo-ko (οικος) O-ko (τοπος, γη)
Ko-ru (περικεφαλαία) Ko-ru (κέρατο) Β)
Ρa-we-a(ρουχισμός) Pa-e-a (ρουχισμός προικας)
Po-ku (μαλλί αρνιού) Fo-ku=(ακατέργαστο μαλλί αρνιού)
Β) στον ομηρικό λόγο:
1)αϊστο= άγνωστος
(Οδύσσεια (α, 242) ώχετο άϊστος, άπυστος (απήλθε αφανής)

2)απουλιάνο=χτυπώ
(Ιλιάδα Δ, 522) και οστέα λάας αναιδής άχρις απηλοίασε
(και τα κόκκαλα τα κατατσάκισε)

3)προσφωνήσεις σε πρόσωπα άττα=θεία (στην ομηρική διάλεκτο είναι προσφώνηση σε μεγαλύτερο)
Ιλιάδα Ι, 607, Π 561 Φοίνιξ άττα γεραιέ διοτρεφος ου τί με ταύτης
(« Φοίνικα, γέρο μου νουνέ, τιμές εγώ δε θέλω Σημ Μεταφρ Αλ Πάλλη)

4) μάϊα ή μάε=γιαγιά (από τη μητέρα)
Οδύσσεια Τ, 16 μαϊ άγε δη μοι έρυξον ενί μεγάροισι γυναίκας (έλα γιαγιά κράτησε τις γυναίκες μέσα στο σπίτι) Τη λέξη αυτή θεωρείται ότι δανείστηκαν οι Ρωμαίοι για το μήνα Μάϊο

5) τύνη=εσύ
Ιλιάδα Ε, 485 "τύνη δ΄έστηκας" (εσύ όμως στέκεις)

6) πύρα ή πύρε=φωτιά επίσης είναι και συνθετικο στη λέξη για την αστραπή "σκα-πυρε' και για τη λέξη χαράζει "ά-πυρε"
Ιλιάδα α, 52, αιεί δε πυραί νεκύων καίοντο θαμειαί (αδιάκοπα καίγονταν νεκρών πυκνές φωτιές

7)πυρουστία=πυρουστιά
πυρ+ιστίη(εστία)

8)περπόντε=περιπόδιο, κάλτσα περί+πους (ή ποντε μυκηναϊκά)

9) λυκουρίκι=πυγολαμπίδα
λέξη που περιέχει την ομηρική λέξη "λύκος"

10)κηρύκο=γκλίτσα
μηκυναϊκό karuke=ραβδί, karuka= ιερός κήρυκας και κηρύκειο

11) γκάγκανο=ξερό ξύλο
Ιλιάδα Φ, 364
υπό δε ξύλα κάγκανα κείται(ενώ ξερά καίνε από κάτω)

12) είσκω-μοιάζω, είμαι΄
Οδύσσεια ν, 313, σε γαρ αυτήν παντί είσκεις
(γιατί με το κάθε τι εξομοιώνεσαι ή μοιάζεις)

13) εάω= αφήνω
Παράγεται από το ρήμα εάω-ώ Οδύσσεια ξ, 171
"Αλλ΄η τοι τον ορκον μεν εάσομεν"ν (Ας τον αφήσουμε τώρα τον όρκο)
14) αώτου=προζύμι ή το πολύ μαλακό αντικείμενο όπως το μαλλί του προβάτου.
Με την έννοια του μαλλιού συννατάται στην Οδύσσεια του Ομήρου (ι, 434)¨
του κατά νώτα λαβών, λασίην υπό γαστέρ' ελυσθείς κείμην· αυτάρ χερσίν αώτου θεσπεσίοιο
(και στην κοιλιά του χαμηλά τη μαλλιαρή κρεμιέμαι,απ' τ' ώριο του μαλλί σφιχτά και δυνατά πιασμένος)
15) λιάω=παίρνω, κρατώ και από τη λέξη αυτή παράγεται και η λέξη "λεία"
"εν προτέρεσι πόδεσι κύων είχε ποικίλον ελλόν ασπαίροντα λάων"
(κάποιο σκυλί κρατούσε στα μπροστινά του πόδια ένα ελαφάκι) Οδύσσεια τ, 228
16) πουρίε=προσφορά, δώρο χρηματικό στο γαμπρό τη μέρα του γάμου
παράγεται από την ομηρική λέξη "πόρε" ="πόρη" =χαρίζω, προσφέρω
"την δε πόρε Φοίβος Απόλλων " (την οποία χάρισε ο Φοίβος Απόλλων) Ιλιάς Α, 72
"τα οί ποτε πατρί φίλα φρονέων πόρε Χείρων" (που κάποτε πρόσφερε στον πατέρα του ο Χείρων) Ιλιάς Δ, 219.

Γ) στην κλασσική αρχαιοελληνική γραμματεία

1) στρόφο =κωλικόπονος ("στρόμφος μέχει την γαστέρα", Αριστοφάνης "Θεσμοφοριάζουσες, 484),

2) ρέου= ποτάμι (λέξη που χρησιμοποιείται για το ποτάμι ενδεχομένως από τη λέξη ρέω=κυλώ)

3) Βάβω ή Βάβα =γιαγιά, στα αρχαία σήμαινε μαμή από το Βαυβώ/Ιάμβη, ξεγεννούσε κάθε χρόνο το νέο Βρέφος Ιακχο / Βάκχο]

4) Τριάπου= μονοπάτι, οδός , παραπέμπει στη λέξη "ατραπός"

5) Κινόσκω= γνωρίζω, αναγνωρίζω, λέξη που παραπέμπει στη λέξη "γινώσκω".

6) Έστι=είναι, παραπέμπει στη λέξη (!) "εστί"
7) Ακο= βελόνα, παραπέμπει στην αρχαία λέξη "ακή" που σήμαινε αχμή και έδωσε και τις νεοελληνικές λέξεις ακόντιο και ακόνι΄
8) Ώο=αυγό, παραπέμπει στην αρχαιοελληνική λέξη ωόν=αυγό
9) φυρίδα = θυρίδα, παράθυρο
10) τράστο=σακίδιο, από το "δράσσω" που σημαίνει περιλαμβάνει ενώ ο Ησύχιος διασώζει τη λέξη "δράστης" =κοφίνι
11) Χείρο=μάλλινη κλωστή από την λέξη "είρος" μαλλί
12) μπάλιος=παρδαλός άλογο με μέτωπο άσπρο που είχε ένα τμήμα μαύρο
"πώλοι βαλιός και τριχί βαλιοί (Ευριπίδη, Ιφιγένεια, εν Αυλίδι ,22) Έτσι ήταν ή λεγόταν και ένα άλογο του Αχιλλέα (Ιλιάδα Π, 149) και ένα από τα άλογα των θεών.
13)κλαία-κλειδί παρεμφερές με την αρχαία ελληνική λέξη κλαις (λατιν έγινε clavis)
Επίσης θεωρείται ότι υπάρχουν και λέξεις με αναγραμματισμό όπως
νάρι=μύτη από το "ρίνα"
τσι=τι από το "τις"
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μόνο λίγες λέξεις, όμοιες με λέξεις της αρμανικής γλώσσας με αρχαιοελληνική προέλευση, υπάρχουν στη ρουμανική γλώσσα. Η λέξη "τατα" λόγου χάρη συναντάται και στη ρουμανική γλώσσα όπως και η λέξεις "mieri" για το μέλι ,"ac" για τη βελόνα, "ou" για το αυγό και οι οποίες φαίνεται ότι περάσανε στην ρουμανική γλώσσα μέσω της πολύ συγγενικής τους αρωμανικής γλώσσας. Αυτό υποστηρίζεται από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν σε άλλες λατινογενείς γλώσσες, έτσι ώστε κάποιος να θεωρήσει ότι πέρασαν από την αρχαιοελληνική στη λατινική και από κει στη ρουμανική. Επιπλέον για τις ίδιες λέξεις οι ρουμάνοι χρησιμοποιούν και άλλες λέξεις (πχ. για τον πατέρα χρησιμοποιούν τις λέξεις tată, părinte, taică για το μέλι miere, scump, drag ) κάτι που δεν συμβαίνει στη γλώσσα των Αρμάνων. Οι ίδιοι οι Ρουμάνοι παραδέχονται ότι η αρμανική γλώσσα έχει πολλές ελληνικές λέξεις θεωρώντας ότι αυτό οφείλεται στην παρουσία των Αρωμανικών πληθυσμών μέσα ή κοντά στον ελληνικό χώρο. Δεν δικαιολογείται όμως έτσι, γιατί η αρωμανική γλώσσα δεν κατακλύζεται από λέξεις σλαβικές (όπως η ρουμανική γλώσσα), τουρκικές ή αλβανικές καθώς η επαφή των Αρμάνων των βαλκανίων με γειτονικούς λαούς ήταν συνεχής και μακραίωνη.

Επίσης σύμφωνα με τον Μπουσδούκη φαίνετι πως οι Ρουμάνοι εκλατισνίσθηκαν από λατινόφωνους -Μακεδόνες "Έτσι, οι Ρωμαίοι με ορεινούς Μακεδόνες και με ορεινούς Ισπανούς, καθώς και με τις περιβόητες λεγεόνες της Ταραγωνίας, τις legiones tarraconenses, συνέτριψαν τη σθεναρή αντίσταση των ορεινών επίσης Δακών. Από τότε οι Μακεδόνες φύλαγαν τους Δάκες, τους προγόνους των σημερινών Ρουμάνων. Ο Δίων Κάσσιος σε αυτό το σημείο, όπως είδαμε,  είναι ξεκάθαρος, όταν μας λέει: «Πέμπτον Μακεδονικόν εν Δακία». Και φύλαγαν οι Μακεδόνες τους Δάκες για 150 χρόνια, μέχρι που ο αυτοκράτορας Αυριλιανός το 272 μ.Χ., κάτω από τις απανωτές επιθέσεις βάρβαρων γερμανικών φύλων, έδωσε την εντολή στρατός και διοίκηση να περάσουν στην από εδώ όχθη του Δούναβη. Από τότε μέχρι  την εποχή  του Ιουστινιανού, και λίγο μετέπειτα, οι επαγγελματίες στρατιώτες από τη Δυτική Μακεδονία, οι tsintsári δηλ. οι πεμπτάριοι, της  5ης πέμπτης λεγεώνας - tsintsi είναι το 5 στα βλάχικα - αναλαμβάνουν τη φύλαξη της περιοχής ανάμεσα από το Βελιγράδι, το Βιδίνιο της ΒΔ Βουλγαρίας στο Δούναβη και τη Ναϊσό, την γενέθλια πόλη του Μεγάλου Κων/νου, στα ΝΑ της Σερβίας. Στους βετεράνους  επέτρεπαν να γυρίσουν στις προγονικές των εστίες, όπου τους παραχωρούσαν αυτοκρατορικές γαίες, ενώ οι νεώτεροι συνέχιζαν να φυλάγουν τη ΒΔ Βαλκανική, όπου μέχρι και σήμερα τους Αρμάνους-Βλάχους οι Σέρβοι αποκαλούνε Tsintsari.
Συνδέσεις:


Στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης μπορεί κανείς να διαβάσει και να κατεβάσει το Ετυμολογικόν λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης του Κωνσταντίνου Νικολαΐδη στη διεύθυνση:
http://anemi.lib.uoc.gr//metadata/5/4/3/attached-metadata-01-0000671/100792.pdf

http://dim-sapon.rod.sch.gr/topos/traki_laoi.htm



Ομιλία του καθηγητή γλωσσολογίας
κ. Αντ. Μπουσμπούκη


Σχετικά με τη σπουδαιότητα και τη στρατιωτική οργάνωση της Δυτ. Μακεδονίας ο βαθύς γνώστης των μερών αυτών ιστορικός N. Hammond (6) γράφει: «Οι Ρωμαίοι δημιούργησαν την 4η τετραρχία σε αναφορά προς τις υπηρεσίες του παρελθόντος, αλλά κυρίως με αντικειμενικό σκοπό τη στρατιωτική άμυνα, αφού εγκατέστησαν στρατιώτες στα εξωτερικά σύνορα».
Για την άμυνα του δυτικού μετώπου της Τετραρχίας, η Ρώμη  κατέλαβε επίκαιρα σημεία στα βόρεια της λίμνης Αχρίδας, από όπου αργότερα χαράχτηκε η Εγνατία οδός.
Κατά την εποχή του γεωγράφου Στράβωνα (αρχές 1ου μ.Χ.αιώνα), οι ρωμαϊκές επαρχίες διαιρέθηκαν σε αυτοκρατορικές, και σε επαρχίες του ρωμαϊκού λαού, δηλ. αυτές όπου δε γινόταν στρατολόγηση, αλλά πλήρωναν φόρους. Αυτοκρατορική κηρυσσόταν, κατά τον Στράβωνα (17.3.25), όποια είχε ανάγκη από στρατιωτική φύλαξη. Τέτοιες ήταν περιοχές υπανάπτυκτες, που συνόρευαν με ανυπότακτους πληθυσμούς, ή φτωχές και με πενιχρές καλλιέργειες, των οποίων οι κάτοικοι από αιτία τη φτώχεια έτειναν προς τη ληστεία και την απείθια, ενώ στο λαό της Ρώμης ανήκαν όσες περιοχές δεν είχαν ανάγκη φρούρησης και ήταν εύκολες στη διοίκηση.
Στη συνέχεια ο αρχαίος γεωγράφος  μας απαριθμεί τις επαρχίες, όπου γινόταν στρατολόγηση. Από την περιοχή της Ν. Ιλλυρίας, της Β. Ηπείρου και της Δ.Μακεδονίας προέρχονταν η 6η και η 5η λεγεώνα, η 7η προερχόταν από την Αχαΐα, μέχρι τη Θεσσαλία, την Αιτωλία, την Ακαρνανία και από την Αν. Ήπειρο.
Από την πέμπτη, ακριβώς, στρατηγική επαρχία προέρχονταν και οι στρατιώτες της 5ης λεγεώνας, που, όπως μας λέγει δυο αιώνες αργότερα ο Δίων Κάσσιος (LV.23) είχαν την επιτήρηση της Δακίας, της σημερινής Ρουμανίας, η οποία κάπου 280 χρόνια μετά την υποταγή της Μακεδονίας έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων. Η χρονική αυτή διαφορά των τριών περίπου αιώνων, από την κατάκτηση της Μακεδονίας έως την κατάκτηση της Δακίας, μας επιτρέπει να σκεφτούμε ποιοι πρωτολάλησαν  τη λατινική φωνή, οι τότε Δυτικομακεδόνες ή οι πρόγονοι  των Ρουμάνων;

Η Μακεδονία έγινε η στρατιωτική βάση των Ρωμαίων και από αυτήν ξεκινούσαν οι επιχειρήσεις για την κατάκτηση της βαλκανικής ενδοχώρας. Έτσι, οι Ρωμαίοι με ορεινούς Μακεδόνες και με ορεινούς Ισπανούς, καθώς και με τις περιβόητες λεγεόνες της Ταραγωνίας, τις legiones tarraconenses, συνέτριψαν τη σθεναρή αντίσταση των ορεινών επίσης Δακών. Από τότε οι Μακεδόνες φύλαγαν τους Δάκες, τους προγόνους των σημερινών Ρουμάνων. Ο Δίων Κάσσιος σε αυτό το σημείο, όπως είδαμε,  είναι ξεκάθαρος, όταν μας λέει: «Πέμπτον Μακεδονικόν εν Δακία». Και φύλαγαν οι Μακεδόνες τους Δάκες για 150 χρόνια, μέχρι που ο αυτοκράτορας Αυριλιανός το 272 μ.Χ., κάτω από τις απανωτές επιθέσεις βάρβαρων γερμανικών φύλων, έδωσε την εντολή στρατός και διοίκηση να περάσουν στην από εδώ όχθη του Δούναβη. Από τότε μέχρι  την εποχή  του Ιουστινιανού, και λίγο μετέπειτα, οι επαγγελματίες στρατιώτες από τη Δυτική Μακεδονία, οι tsintsári δηλ. οι πεμπτάριοι, της  5ης πέμπτης λεγεώνας - tsintsi είναι το 5 στα βλάχικα - αναλαμβάνουν τη φύλαξη της περιοχής ανάμεσα από το Βελιγράδι, το Βιδίνιο της ΒΔ Βουλγαρίας στο Δούναβη και τη Ναϊσό, την γενέθλια πόλη του Μεγάλου Κων/νου, στα ΝΑ της Σερβίας. Στους βετεράνους  επέτρεπαν να γυρίσουν στις προγονικές των εστίες, όπου τους παραχωρούσαν αυτοκρατορικές γαίες, ενώ οι νεώτεροι συνέχιζαν να φυλάγουν τη ΒΔ Βαλκανική, όπου μέχρι και σήμερα τους Αρμάνους-Βλάχους οι Σέρβοι αποκαλούνε Tsintsari.
Από αυτό το πήγαινε-έλα των στρατευμένων Μακεδόνων στην πέρα αρχικά και την εντεύθεν του Δουνάβεος ύστερα Δακία, την Dacia Ripensis, την Παρόχθια Δακία, προέκυψε  η συγγένεια ανάμεσα στο νεολατινικό ιδίωμα των Ρουμάνων κι εκείνο των Αρμάνων-Βλάχων.
Να σημειωθεί ότι τα ρωμανικά ιδιώματα της Πίνδου όσο και της Ρουμανίας προέρχονται, κατά τη γλωσσολογική έρευνα, από τη Ν. Ιταλία, που υποχρεωτικά περνούσαν από το νότο, δηλ. την Εγνατία οδό, προς τον βαλκανικό βορρά.

Από όλους τους υποταγμένους λαούς, τους μόνους ισάξιους με τον εαυτό τους οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τους Μακεδόνες, ενώ τη Δυτική Μακεδονία την είχαν κηρύξει  Macedonia libera, ελεύθερη Μακεδονία, χώρα σύμμαχη κι όχι υποτελή. Το προνόμιο τούτο επέτρεψε στους κατοίκους της να μετέχουν στο στρατό και στη διοίκηση του απέραντου ρωμαϊκού κράτους.
Τα παραπάνω έρχεται να επιβεβαιώσει και η γνωστή μαρτυρία του Ι. Λυδού (7), που μας πληροφορεί ότι τον 6ο αιώνα, την εποχή του Ιουστινιανού, οι κάτοικοι της Ευρώπης, δηλ. της Βαλκανικής, αν και οι περισσότεροι  ήταν Έλληνες στη καταγωγή, μιλούσαν τη λαϊκή λατινική γλώσσα και ότι όσοι υπηρετούσαν το ρωμαϊκό δημόσιο - δημοσιεύοντας τους ονομάζει - τη μιλούσαν και ενδοοικογενειακά. Είχε γίνει - με άλλα λόγια-  η μητρική τους γλώσσα.
Ο Ι. Λυδός, ανώτατος διοικητικός υπάλληλος και σύγχρονος με ό,τι έγραψε, αποτελεί την πιο ξεκάθαρη κι αξιόπιστη ιστορική πηγή για την ελληνικότητα των Αρμάνων και τη λατινοφωνία τους.
Αλλά, έναν αιώνα πριν τη μαρτυρία του Ιωάννου Λυδού, ο ιστορικός Πρίσκος (8), το 449 μ.Χ. ακριβώς, μας περιγράφει τους αιχμαλώτους στην αυλή του Αττίλα και μας λέει ότι με όσους προέρχονταν από την βαλκανική ενδοχώρα συνεννοούνταν μόνο στα λατινικά, ενώ όσοι ήταν αρπαγμένοι από παραθαλάσσιες περιοχές μιλούσαν τόσο τα ελληνικά όσο και τα λατινικά.
Υπάρχουν και άλλες ιστορικές πηγές, που μιλούν για τους μεσαιωνικούς Αρμάνους-Βλάχους. Ωστόσο, η ανάγκη για οικονομία χρόνου στην ομιλία μας επιβάλλει το πέρασμα στους θρησκευτικούς όρους της αρμάνικης/βλάχικης γλώσσας, τους οποίους θα παρουσιάσουμε ως στοιχεία με αξία ιστορικής πληροφορίας και μόνο.

Κάτοικοι οι Αρμάνοι του βορειοδυτικού ελληνικού χώρου, γύρω από τις μεγάλες οδικές αρτηρίες, την Εγνατία Οδό των Ρωμαίων, που την έλεγαν Calea tseá Marea, και τη Βασιλική Οδό του Φιλίππου των Μακεδόνων, η οποία περνούσε από την Τσhούργιακα, στα νότια της Σαμαρίνας, και οδηγούσε στο εσωτερικό της Πίνδου και που την ονομάζουν Βλαχόστρατα, είχαν άμεση -λέγω- επαφή όχι μόνο με αγωγιάτες, εμπόρους, στρατιωτικούς και ταξιδιώτες, αλλά και με ανήσυχους ανθρώπους, οι οποίοι διακινούσαν νεωτερικές για την εποχή τους ιδέες, όπως είναι οι πρώτοι κήρυκες της χριστιανικής πίστης. Θυμίζω τον απόστολο Παύλο,  που κινούνταν μέσω Εγνατίας, για να ευαγγελιστεί τα μηνύματα αγάπης του Χριστού στον χώρο της Μακεδονίας.
Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες οι  πρώιμοι Αρμάνοι-Βλάχοι προσέλαβαν λέξεις από τη λατινική, για να εκφράζονται στο χώρο της θρησκευτικής τους λατρείας, όπως για παράδειγμα: crutse «σταυρός», από το λατιν. crux-cis, tseară «κερί» από το λατιν. cera, Stă Măria «η Παναγιά» από το λατιν.  Sancta Maria, sâmtu «άγιος» από το λατιν. sanctus, έτσι ακούμε τα: sân Medru «άγιος Δημήτριος», sân Κedru «άγιος Πέτρος» κτλ., mi cumînicu «κοινωνώ, μεταλαμβάνω» και άλλα (9).
Oι παραπάνω λατινογενείς λέξεις θεωρώ ότι εισήλθαν στη θρησκευτική ορολογία της αρμάνικης γλώσσας στους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, γιατί η γλωσσική επαφή της Βαλκανικής με τη λατινική μητρόπολη, την παλιά Ρώμη, διακόπηκε οριστικά όταν το 476 μ.Χ. οι γερμανοί Γότθοι την κατέβαλαν, αποδιοργανώνοντας για πάντα το Δυτικό Ρωμαϊκό κράτος.
Οι πρώιμες λατινογενείς αυτές λέξεις μαρτυρούν  και την πρώιμη προσέλευση των Αρμάνων-Βλάχων στη χριστιανική πίστη, η οποία είχε κατακτήσει αρχικά τα αστικά κέντρα, καθώς και μεγάλο μέρος του ρωμαϊκού στρατού. Την αναπτυσσόμενη τότε δυναμική τάση στο χώρο της θρησκευτικής πίστης διέγνωσε έγκαιρα και ο Μέγας Κων/νος και αποφάσισε να στρέψει τον τροχό της ιστορίας προς τη νέα κατεύθυνση, τον χριστιανισμό. Ο Κων/νος αν και φιλόδοξο άτομο, που εργάστηκε για την υστεροφημία του, δεν επέτρεπε να τον αποκαλούνε Domine Deus «Κύριε ο Θεός», όπως συνήθιζαν μέχρι τότε να προσφωνούνε τον κάθε φορά θεοποιούμενο ρωμαίο αυτοκράτορα. Έτσι, μετά την αναγνώριση της χριστιανικής πίστης, η λέξη Dominedeus προσαρμόστηκε  στα βλάχικα ως Dumnidzău και δηλώνει πλέον τον ουράνιο Θεό και Πατέρα.
Ρωμαίοι πολίτες, οι πρωτομεσαιωνικοί Βλάχοι, όπως το ίδιο ήταν και οι ελληνόφωνοι κάτοικοι του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, του Βυζαντίου, που ο λαός τ’ονόμαζε Ρωμανία ή Αρμανία, διατήρησαν κοντά στη νέα θρησκευτική τους λατρεία στοιχεία του παλιότερου βίου, που εμπλούτισαν την Ορθοδοξία-μας. Έτσι, η λατινική flammula «φλογίτσα» αρχικά, πήρε αργότερα τη μεταφορική σημασία «κόκκινη σημαιούλα του στρατού», ενώ με τους τύπους flámură και flámbură στ’ αρμάνικα και φλάμπουρο στα ελληνικά, πέρασε στα λαϊκοθρησκευτικά έθιμα, όπως είναι η περίπτωση του γάμου. Το φλάμπουρο εντοπίζεται απ’ την Ουγγαρία, τη Ρουμανία μέχρι τη Δυτ.Κρήτη.
Παρόμοια με το  φλάμπουρο και τα θρησκευτικά λάβαρα της ορθόδοξης λατρείας προέρχονται από τα vexilla, τις σημαίες του ρωμαϊκού στρατού.
Άλλη πτυχή της ορθόδοξης  λατρείας είναι ο επιτάφιος θρήνος ή απλά Επιτάφιος, που συντηρεί στοιχεία από το θρήνο για το θάνατο και την ανάσταση του Άδωνη, θεού της φύσης, κάθε άνοιξη και συνοδεύεται από συσσώρευση λουλουδιών. Την ωραιότερη και αρτιότερη επιτάφια παράδοση κατέγραψα στη Φούρκα της Κόνιτσας. Εδώ, μεταξύ των άλλων αρχαιότροπων λεπτομερειών, ακούγεται και η δωρική επίκληση ΜΑ ΔΑ δηλ. «Μητέρα Γη» και το Adunî «Άδωνη», ενώ στον θρήνο ακούγεται και το maatrone, που ως μάατρον στα δωρικά της Λακωνίας είχε τη σημασία «βρέφος» (10).
Το έθιμο αυτό τελούνταν κρυφά τη Μεγάλη Παρασκευή από 6 κοριτσάκια κι ένα αγόρι, όλα κάτω των 12 ετών, και σε απόμακρο σημείο της Φούρκας. Μιλάμε -πάντα- για αρχαιοελληνικές εθιμογραφικές καταβολές των Αρμάνων- Βλάχων.

Ως προς την καθημερινή ζωή των Αρμάνων-Βλάχων, αυτή μας έδινε σε περασμένες εποχές την εικόνα όπου οι άντρες ασχολούνταν κατά βάση με τη βόσκηση των αιγοπροβάτων, την τυροκόμιση, το αγώγι ή κιρατζιλίκι, τη βιοτεχνική επεξεργασία των μαλλιών, πάντα σε συνεργασία με τις γυναίκες, την ξυλουργική, τη σαγματοποϊα (σαμαράδες), το εμπόριο και άλλα.
Οι Αρμάνες, πάλι, παρουσιάζονται ως αφέντρες στο χώρο του σπιτιού. Έχουν τη λάτρα του: το μαγείρεμα, τα λίγα ζωντανά της αυλής, τον κήπο, τον αργαλειό, το γνέσιμο, το κέντημα. Στις τελευταίες δραστηριότητες αποδεικνύονται χρυσοχέρες (cu mânj hrisusiti). Ποτέ δεν τις βλέπουμε να δουλεύουν έξω από το σπίτι. Δεν βόσκουν πρόβατα, δεν φορτώνονται ζαλίκι και δεν τραβάνε το καπίστρι από το άλογο, όπου καβαλάει ο άντρας τους.Οι σχέσεις ανάμεσα στο αντρόγυνο έχουν καθαρές διαχωριστικές γραμμές, οι ρόλοι είναι σωστά κατανεμημένοι, έτσι που δεν θα προκαλούσαν φεμινιστική παρέμβαση…
Και όταν την καθημερινότητα έσπαζε κάποια γιορτή ή κοινωνικό γεγονός, όπως π.χ. ο γάμος, τότε άντρες και γυναίκες τραγουδούσαν τα μακρόσυρτα ομαδικά τραγούδια με τη χαρακτηριστική ρινική εκφορά, ενώ στις κηδείες οι γυναίκες έπιαναν τα μοιρολόγια, κυρίως στην ελληνική, τα τόσο πονεμένα και βαθυστόχαστα εκείνα επιθανάτια τραγούδια, που σκορπούσαν ρίγη από συγκίνηση, ενώ ταυτόχρονα πρόσφεραν  στους πενθούντες εκτόνωση κι απάλυναν τη μεγάλη τους θλίψη. Κι έμοιαζαν οι μοιρολογίστρες με χορό αρχαίας τραγωδίας. Άλλωστε, τα χορικά μέρη της τραγωδίας ήταν γραμμένα στη δωρική διάλεκτο, ενώ οι Δωριείς ροβόλησαν από τη μακεδονική Πίνδο προς τα νότια…

Δε γνωρίζουμε, αλλά μπορούμε να φανταστούμε, πάνω στη βάση των ανωτέρω στοιχείων, τον εθνολαογραφικό πλούτο, που συντηρούσαν οι ελληνοβλάχικες κοινότητες στους απώτερους αιώνες, τότε που οι παραδόσεις ήταν ζωντανές, αλλά που κανείς δεν προθυμοποιούνταν  να τις καταγράψει. Τα ίδια μας λέει και ο ιστορικός και ακαδημαϊκός Νίκος Βέης, που ερεύνησε τον χώρο της Θεσσαλίας, και διαπίστωσε, από την επαφή του με τη βλάχικη λαϊκή τέχνη, ότι τα στοιχεία της μας ανάγουν σε αρχαιότερες εποχές (11).
Ιστορικές πηγές, εθνολαογραφία και θρησκευτική ορολογία -και όχι μόνο- συνθέτουν τον αστερισμό της πολύτιμης αρμάνικης κληρονομιάς.
Ο ελληνορωμαϊκός κόσμος και πολιτισμός οφείλουν πολλά στους Αρμάνους-Βλάχους, που στη βαλκανική διάσταση τους ως populus armatus ή αλλιώς cives armati, δηλ. ένοπλοι πολίτες, μετέφεραν την έδρα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ιταλία στην άκρη της Ευρώπης, στον Βόσπορο, εκεί που το Βυζάντιο  των παλαιών Μεγαρέων μεταμορφώθηκε στη Νέα Ρώμη, την πόλη του Κων/νου. Εδώ, στη δεύτερη Ρώμη, ήρθαν και συνέκλιναν τελικάσε γόνιμη σύνθεση το ρωμαϊκό δίκαιο/διοίκηση, τα ελληνικά γράμματα/παιδεία και το μήνυμα αγάπης από τα Ιεροσόλυμα, κι έτσι προέκυψε ο χιλιόχρονος βυζαντινός πολιτισμός.


Ομιλία του καθηγητή γλωσσολογίας
κ. Αντ. Μπουσμπούκη
https://vlahofonoi.blogspot.com/2014/01/blog-post_2341.html…


1 σχόλιο:

Unknown είπε...

...οι Βλαχοι ειναι το πρωτο αυτοχθονο θρακικο φυλο της βαλκανικης.ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΝΑΡΧΑΙΟΙ Βυσσοι του Παγγαιου,(απο εδω ξεκινησαν τα μαντεια,μετα Σαμοθρακη και μετα ΔΕΛΦΟΙ.-ΤΑ ΑΚΑΤΑΛΗΠΤΑ ΤΩΝ ΠΥΘΙΩΝ ΘΡΑΚΙΚΑ-ΒΛΑΧΙΚΑ ΔΗΛΑΔΗ-)
ΜΕΤΑ ΟΙ ΒΥΣΣΟΙ->ΒΡΥΓΕΣ->ΦΡΥΓΕΣ ΟΤΑΝ ΑΠΟΙΚΗΣΑΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΑΝ ΤΑ ΣΤΕΝΑ,.ΕΜΕΙΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΤΟΥΣ ΞΕΡΟΥΜΕ ΣΑΝ ΤΡΩΕΣ.
ΟΡΕ ΔΕΝ ΞΕΡΕΤΕ ΠΩΣ ΟΙ ΤΡΩΕΣ ΗΤΑΝ ΚΑΘΑΡΟΑΙΜΟΙ ΒΛΑΧΟΙ?

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΙ ΕΠΑΝΗΛΘΑΝ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΟΥΣ (ΘΡΑΚΗ-ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ)(Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΙ ΝΟΜΙΖΕΤΕ ΟΤΙ ΗΤΑΝ?ΕΝΑΝ ΒΑΡΒΑΤΟΣ ΚΑΡΑΒΛΑΧΟΣ-γουσταρω πολυ τωρα που το σκεφτομαι..-χα!χα!)
και αλλοι αποικησαν την σημερινη Ιταλια.(κακα τα ψεματα ο Βιργιλιος στην Αινειαδα ουσιαστικα τον αποικισμο των Βλαχων περιγραφει και την καταγωγη των Λατινων..

Ορε παρτε το χαμπαρι,νου χιτσ γκλαροι(χα!χα!) Π Ρ Ω Τ Α Υ Π Η Ρ Χ Α Ν Ο Ι Β Λ Α Χ Ο Ι Κ Α Ι Μ Ε Τ Α Ο Ι Λ Α Τ Ι Ν Ο Ι

ΑΡΑ Η ΒΛΑΧΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΑΤΙΝΟΓΕΝΗΣ ΑΛΛΑ Η ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΧΟΓΕΝΗΣ...

ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΤΕ ΤΣΕ ΣΜΠΟΥΡΕΣΤ'Ι

Ε! ΕΤΣΙ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΠΡΑΜΑΤΑ ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ

ΕΝΑΣ
ΒΟΥΚΟΛΟ-ΑΙΓΟΤΡΟΦΟΣ